Προβολές σελίδας την προηγούμενη εβδομάδα

Δευτέρα, Ιουνίου 17, 2013

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α' ΛΥΚΕΙΟΥ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ - ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ "" ΕΛΛΗΝΙΚΑ ""

Ξ Ε Ν Ο Φ Ω Ν Τ Α     “ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Α “
ΒΙΒΛΙΟ Β ́ , κεφ. Ι
ΟΙ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΛΑΜΨΑΚΟΥ

§§ 16 – 19  Οι Αθηναίοι άλλωστε, έχοντας ως ορμητήριο τη Σάμο, λεηλατούσαν τη χώρα του βασιλιά και έπλεαν εναντίον της Χίου και της Εφέσου και προετοιμάζονταν για ναυμαχία, και εξέλεξαν επίσης στρατηγούς, εκτός από τους υπάρχοντες, το Μένανδρο, τον Τυδέα και τον Κηφισόδοτο. Ο Λύσανδρος αποπλέει από τη Ρόδο, παραπλέοντας τις ακτές της Ιωνίας, προς τον Ελλήσποντο, με σκοπό την παρεμπόδιση της αναχώρησης των ( Αθηναϊκών ) πλοίων και εναντίον των πόλεων που είχαν αποστατήσει απ’ αυτούς ( τους Λακεδαιμόνιους ). Αλλά και οι Αθηναίοι έβγαιναν από το λιμάνι της Χίου στην ανοιχτή θάλασσα ˙ γιατί η ( Μικρά ) Ασία ήταν χώρα εχθρική γι’ αυτούς ˙ και ο Λύσανδρος από την Άβυδο έπλεε παραλιακά προς τη Λάμψακο, που ήταν σύμμαχος των Αθηναίων ˙ και οι Αβυδηνοί και οι άλλοι (σύμμαχοι) προχωρούσαν παράλληλα από τη στεριά ˙ και αρχηγός τους  ήταν ο Θώρακας ο Λακεδαιμόνιος. Και αφού επιτέθηκαν στην πόλη, την κυριεύουν με έφοδο και οι στρατιώτες τη λεηλάτησαν, καθώς ήταν πλούσια και γεμάτη από κρασί και στάρι και τα άλλα εφόδια ˙ ο Λύσανδρος όμως απόλυσε όλους τους πολίτες (της).



§§ 20 – 24   ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ ΤΗ ΝΑΥΜΑΧΙΑ-Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ

Και οι Αθηναίοι πλέοντας από κοντά αγκυροβόλησαν στον Ελαιούντα της Χερσονήσου με εκατόν ογδόντα πλοία. Εκεί λοιπόν, την ώρα που γευμάτιζαν, φτάνει σ’ αυτούς η είδηση για τα γεγονότα στη Λάμψακο και αμέσως ανοίχτηκαν στο πέλαγος για τη Σηστό. Και από εκεί, αφού εφοδιάστηκαν γρήγορα με τρόφιμα, έπλευσαν προς τους Αιγός ποταμούς απέναντι από τη Λάμψακο ˙ ο Ελλήσποντος στο σημείο αυτό είχε πλάτος περίπου δεκαπέντε στάδια. Εκεί λοιπόν δειπνούσαν. Ο Λύσανδρος την επόμενη νύχτα, όταν ξημέρωνε, έδωσε σήμα ( στα πληρώματα ), αφού προγευματίσουν, να επιβιβάζονται στα πλοία, και αφού προετοίμασε τα πάντα για ναυμαχία και ενώ τοποθετούσε στα πλευρά των πλοίων τα περικαλύμματα, προειδοποίησε να μην κινηθεί κανείς από την παράταξή του ούτε να ανοιχτεί στο πέλαγος. Και οι Αθηναίοι, με την ανατολή του ήλιου, παρατάχτηκαν κατά μέτωπο μπροστά στο λιμάνι για ναυμαχία. Επειδή όμως ο Λύσανδρος δεν έβγαζε κι αυτός τα πλοία από το λιμάνι για να τους αντιμετωπίσει και ήταν αργά προς το βράδυ, έπλευσαν πίσω στους Αιγός ποταμούς. Ο Λύσανδρος τότε διέταξε τα πιο γρήγορα από τα πλοία (του) να ακολουθούν τους Αθηναίους, και, αφού παρατηρήσουν τι κάνουν (οι Αθηναίοι), όταν αποβιβαστούν στη στεριά, να πλεύσουν πίσω και να (το) ανακοινώσουν σ’ αυτόν. Και δεν αποβίβασε (τους ναύτες) από τα πλοία πρωτύτερα παρά μόνο αφού αυτά ξαναγύρισαν. Και αυτά ( ο Λύσανδρος ) τα έκανε για τέσσερις μέρες ˙ και οι Αθηναίοι ανοίγονταν ξανά στο πέλαγος εναντίον του.


§§ 25 – 27  ΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΑΛΚΙΒΙΑΔΗ ΚΑΙ ΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ

Ο Αλκιβιάδης, όταν είδε από τα τείχη ότι οι Αθηναίοι ήταν αγκυροβολημένοι σε ανοιχτό ακρογιάλι και όχι κοντά σε κάποια πόλη και ότι πήγαιναν και έφερναν τα αναγκαία από τη Σηστό, δεκαπέντε στάδια μακριά από τα πλοία, ενώ οι εχθροί ( είχαν αγκυροβολήσει ) σε λιμάνι και κοντά σε πόλη έχοντας τα πάντα, τους είπε ότι είχαν αγκυροβολήσει σε όχι καλό μέρος, και τους προέτρεπε να αλλάξουν αγκυροβόλι και να πάνε στη Σηστό, κοντά και σε λιμάνι και σε πόλη ˙ αν βρίσκεστε εκεί, είπε, θα ναυμαχήσετε, όταν θέλετε. Οι στρατηγοί όμως, και προπαντός ο Τυδέας και ο Μένανδρος, τον διέταξαν να φύγει ˙ γιατί ( του είπαν ) ότι αυτοί τώρα είναι στρατηγοί και όχι εκείνος. Και αυτός ( ο Αλκιβιάδης ) βέβαια έφυγε. Και ο Λύσανδρος, όταν ήταν η Πέμπτη μέρα αφότου οι Αθηναίοι έπλεαν εναντίον του, έδωσε εντολή σ’ αυτούς που κατασκόπευαν ( τους Αθηναίους ) με δική του διαταγή, όταν δουν ότι αυτοί ( οι Αθηναίοι ) έχουν αποβιβαστεί και είναι διασκορπισμένοι στη Χερσόνησο, ( πράγμα που ακριβώς έκαναν πολύ πιο συχνά μέρα με την ημέρα, και γιατί αγόραζαν από μακριά τα τρόφιμα και επειδή περιφρονούσαν πια το Λύσανδρο, γιατί δεν έβγαζε κι αυτός τα πλοία από το λιμάνι για να τους αντιμετωπίσει ) γυρνώντας πίσω με τα πλοία προς αυτόν να σηκώσουν ψηλά μιαν ασπίδα στο μέσο της διαδρομής. Και αυτοί ( οι κατάσκοποι ) εκτέλεσαν αυτά όπως ( ο Λύσανδρος ) παρήγγειλε.



§§ 28 – 29  Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΚΑΙ Η ΗΤΤΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

Και ο Λύσανδρος τότε έδωσε αμέσως σύνθημα με τη σάλπιγγα να πλέουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, πορευόταν επίσης συγχρόνως μ’ αυτούς και ο Θώρακας έχοντας το πεζικό. Και ο Κόνωνας, όταν είδε ότι τα πλοία των εχθρών κινούνταν επιθετικά εναντίον τους, έδωσε σήμα ( στους στρατιώτες ) να σπεύσουν σε βοήθεια των πλοίων με όλες τους τις δυνάμεις. Επειδή όμως οι άνθρωποι ήταν διασκορπισμένοι, άλλα από τα πλοία βρέθηκαν με δύο σειρές κωπηλάτες, άλλα με μια και άλλα εντελώς άδεια ˙ μόνο το πλοίο του Κόνωνα και άλλα επτά, που βρέθηκαν κοντά του με πλήρη επάνδρωση, ανοίχτηκαν στο πέλαγος όλα μαζί καθώς και η Πάραλος, ενώ όλα τα άλλα τα κυρίεψε ο Λύσανδρος στην ακτή. Επίσης στη στεριά συνέλαβε τους περισσότερους άνδρες ˙ κάποιοι όμως κατέφυγαν στα μικρά οχυρά. Και ο Κόνωνας, ενώ έφευγε με τα εννιά πλοία, όταν κατάλαβε ότι η δύναμη των Αθηναίων είχε καταστραφεί, αφού προσορμίστηκε στην Αβαρνίδα, το ακρωτήρι της Λαμψάκου, πήρε από εκεί τα μεγάλα πανιά των πλοίων του Λύσανδρου και ο ίδιος με οκτώ πλοία αναχώρησε για την Κύπρο στον Ευαγόρα, ενώ η Πάραλος για την Αθήνα, για να αναγγείλει τα γεγονότα.




§§ 30 – 32  Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ ΣΤΗ ΛΑΜΨΑΚΟ – Η ΤΥΧΗ ΤΩΝ ΑΙΧΜΑΛΩΤΩΝ

Και ο Λύσανδρος μετέφερε στη Λάμψακο και τα πλοία και τους αιχμαλώτους και όλα τα υπόλοιπα, συνέλαβε επίσης και από τους στρατηγούς και άλλους και το Φιλοκλή και τον Αδείμαντο. Και την ημέρα που κατόρθωσε αυτά, έστειλε στη Λακεδαίμονα το Θεόπομπο, τον πειρατή από τη Μίλητο, για να αναγγείλει τα όσα είχαν γίνει, ο οποίος, αφού έφτασε την τρίτη μέρα, (τα) ανήγγειλε. Ύστερα απ’ αυτά ο Λύσανδρος, αφού συγκέντρωσε τους συμμάχους, (τους) προέτρεψε να συσκεφθούν για τους αιχμαλώτους. Τότε λοιπόν διατυπώνονταν πολλές κατηγορίες σε βάρος των Αθηναίων, και για τις παρανομίες που ήδη είχαν διαπράξει και για όσα είχαν αποφασίσει να πράττουν, αν νικούσαν στη ναυμαχία, να αποκόπτουν δηλαδή το δεξί χέρι όλων όσοι θα συλλαμβάνονταν ζωντανοί, και ότι, όταν συνέλαβαν δύο τριήρεις, μία από την Κόρινθο και μία από την Άνδρο, πέταξαν στη θάλασσα απ’ αυτές όλους τους άνδρες. Και ο στρατηγός των Αθηναίων, ο οποίος σκότωσε αυτούς, ήταν ο Φιλοκλής. Λέγονταν ακόμη και άλλα πολλά και φάνηκε καλό να σκοτώσουν όσους από τους αιχμαλώτους ήταν Αθηναίοι εκτός από τον Αδείμαντο, γιατί μόνο αυτός στην εκκλησία του δήμου ήταν αντίθετος στο ψήφισμα όσον αφορά το κόψιμο των χεριών ˙ κατηγορήθηκε όμως από μερικούς ότι πρόδωσε τα πλοία. Και ο Λύσανδρος, αφού ρώτησε πρώτα το Φιλοκλή, ο οποίος πέταξε στη θάλασσα τους Ανδρίους και τους Κορινθίους, ποια τιμωρία θεωρούσε άξια να υποστεί, αφού πρώτος άρχισε να παρανομεί σε βάρος των Ελλήνων, του απέκοψε το λαιμό.



Β Ι Β Λ Ι Ο  Β ́      ΚΕΦΑΛΑΙΟ  ΙΙ

§§ 1 – 2  ΟΙ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΛΥΣΑΝΔΡΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΝΙΚΗ

Και όταν (ο Λύσανδρος) ρύθμισε την κατάσταση στη Λάμψακο, έπλεε εναντίον του Βυζαντίου και της Καλχηδόνας. Και αυτοί (οι κάτοικοι των πόλεων) τον υποδέχονταν, αφού άφησαν ελεύθερους ύστερα από επίσημη συμφωνία τους φρουρούς των Αθηναίων. Εκείνοι όμως που παρέδωσαν με προδοσία το Βυζάντιο στον Αλκιβιάδη εκείνη τη χρονική περίοδο κατέφυγαν στον Πόντο, ενώ αργότερα στην Αθήνα και έγιναν Αθηναίοι πολίτες. Και ο Λύσανδρος έστελνε στην Αθήνα και τους φρουρούς των Αθηναίων και αν κάπου έβλεπε κάποιον άλλο Αθηναίο, παρέχοντας ασφάλεια σ’ εκείνους που έπλεαν μόνο προς τα εκεί, σε άλλο μέρος όμως όχι, γιατί ήξερε πως όσο πιο πολλοί συγκεντρωθούν στην πόλη της Αθήνας και στον Πειραιά, ( τόσο ) γρηγορότερα θα υπάρξει έλλειψη των αναγκαίων. Και αφού άφησε ως αρμοστή του Βυζαντίου και της Καλχηδόνας το Σθενέλαο το Λάκωνα, ο ίδιος, αφού έπλευσε πίσω στη Λάμψακο, επισκεύαζε τα πλοία του.



§§ 3 – 4  ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΟΡΑΣ ΦΤΑΝΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Και στην Αθήνα, όταν έφτασε η Πάραλος τη νύχτα, διαδιδόταν η συμφορά, και από τον Πειραιά ο θρήνος έφτανε στην πόλη μέσα από τα Μακρά Τείχη, καθώς ανακοίνωνε την είδηση ο ένας στον άλλο ˙ ώστε εκείνη τη νύχτα κανένας δεν κοιμήθηκε, γιατί θρηνούσαν όχι μόνο αυτούς που είχαν χαθεί αλλά πολύ περισσότερο ακόμα οι ίδιοι τους εαυτούς τους, γιατί νόμιζαν ότι θα πάθουν τα ίδια με όσα έκαναν και στους Μηλίους, που ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων, όταν τους νίκησαν με πολιορκία, και στους κατοίκους της Ιστιαίας και της Σκιώνης και της Τορώνης και της Αίγινας και σε πολλούς άλλους από τους Έλληνες. Και την επόμενη μέρα έκαναν συγκέντρωση του λαού, στην οποία φάνηκε καλό να κλείσουν με επιχωμάτωση τα λιμάνια εκτός από ένα και να επισκευάζουν τα τείχη και να τοποθετούν φρουρές και να ετοιμάζουν την πόλη σ’ όλα τα άλλα σαν για πολιορκία.


§§ 16 - 17  Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ

Και ενώ τα πράγματα βρίσκονταν σε τέτοια κατάσταση, ο Θηραμένης είπε στη συνέλευση του λαού ότι, αν θέλουν να στείλουν αυτόν στο Λύσανδρο, θα επιστρέψει γνωρίζοντας καλά για τους Λακεδαιμόνιους ποιο από τα δύο, επιμένουν ( οι Λακεδαιμόνιοι ) σχετικά με την κατεδάφιση των τειχών, επειδή θέλουν να υποδουλώσουν την πόλη, ή ( επιμένουν ) για ασφάλεια. Αφού στάλθηκε όμως, χρονοτριβούσε κοντά στο Λύσανδρο τρεις μήνες και περισσότερο, περιμένοντας πότε οι Αθηναίοι, εξαιτίας του ότι υπήρχε έλλειψη όλων ανεξαιρέτως των τροφίμων, επρόκειτο να δεχτούν οποιαδήποτε πρόταση τους έκανε κάποιος. Και όταν επέστρεψε τον τέταρτο μήνα, ανακοίνωσε στη συνέλευση του λαού ότι ο Λύσανδρος τον κρατούσε μέχρι τότε, στη συνέχεια τον διέταξε να πάει στη Λακεδαίμονα ˙ γιατί ( του έλεγε ο Λύσανδρος ότι ) δεν ήταν αρμόδιος για όσα ρωτιόταν απ’ αυτόν, αλλά οι έφοροι. Ύστερα απ’ αυτά ( ο Θηραμένης ) εκλέχτηκε αυτός, και άλλοι εννιά, πρεσβευτής για τη Λακεδαίμονα με απόλυτη εξουσιοδότηση.


§§ 18-19  ΟΙ ΑΠΕΣΤΑΛΜΕΝΟΙ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΕΦΟΡΟΥΣ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ

Και ο Λύσανδρος έστειλε στους εφόρους μαζί με άλλους Λακεδαιμόνιους τον Αριστοτέλη, που ήταν Αθηναίος εξόριστος, για να αναγγείλει πως αποκρίθηκε στο Θηραμένη ότι εκείνοι είχαν εξουσία για ειρήνη και πόλεμο. Και όταν βρίσκονταν στη Σελλασία ο Θηραμένης και οι άλλοι πρέσβεις, και ( όταν ) ρωτιόνταν για ποιο λόγο είχαν έρθει, απάντησαν ότι ( είχαν έρθει ) με απόλυτη εξουσιοδότηση για ειρήνη, ( και ) μετά απ’ αυτά οι έφοροι έδιναν εντολή να τους καλούν ( στη Σπάρτη ). Και όταν έφτασαν, ( οι έφοροι ) έκαναν συνέλευση, στην οποία κυρίως οι Κορίνθιοι και οι Θηβαίοι, αλλά και πολλοί άλλοι από τους Έλληνες πρόβαλλαν αντιρρήσεις λέγοντας να μη συνθηκολογούν με τους Αθηναίους, αλλά να τους αφανίσουν τελείως.


§§ 20-21 ΟΙ ΟΡΟΙ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ

Οι Λακεδαιμόνιοι όμως έλεγαν ότι δεν θα εξανδραποδίσουν ελληνική πόλη η οποία είχε προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στους μεγαλύτερους κινδύνους που συνέβησαν στην Ελλάδα, αλλά δέχονταν να συνάψουν ειρήνη με τον όρο (οι Αθηναίοι), αφού γκρεμίσουν και τα Μακρά Τείχη και (τα τείχη) του Πειραιά και παραδώσουν τα πλοία εκτός από δώδεκα και φέρουν πίσω στην πατρίδα τους εξόριστους θεωρώντας εχθρό και φίλο τον ίδιο με τους Λακεδαιμόνιους, να ακολουθούν (αυτούς = τους Λακεδαιμόνιους) και στην ξηρά και στη θάλασσα οπουδήποτε τους οδηγούν (αυτοί = οι Λακεδαιμόνιοι). Ο Θηραμένης λοιπόν και οι πρέσβεις που ήταν μαζί του επιστρέφοντας στην Αθήνα έφεραν αυτούς τους όρους. Και καθώς έμπαιναν μέσα (στην πόλη), πολύς κόσμος τους περικύκλωνε, επειδή φοβούνταν μήπως είχαν έρθει άπρακτοι ˙ γιατί δεν επιτρεπόταν πια να καθυστερούν εξαιτίας του μεγάλου αριθμού αυτών που πέθαιναν από την πείνα.




§§ 22-23  Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

Και την επόμενη μέρα οι πρέσβεις ανακοίνωσαν με ποιους όρους οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν την ειρήνη ˙ και αγόρευε εκ μέρους αυτών (των πρέσβεων) ο Θηραμένης λέγοντας πως πρέπει να πείθονται στους Λακεδαιμόνιους και να γκρεμίζουν τα τείχη. Και αφού μερικοί του πρόβαλαν αντιρρήσεις, ενώ πολύ περισσότεροι τον επιδοκίμασαν, φάνηκε καλό να δέχονται την ειρήνη. Και ύστερα απ’ αυτά και ο Λύσανδρος κατέπλεε στον Πειραιά και οι εξόριστοι επέστρεφαν στην πατρίδα και κατεδάφιζαν τα τείχη με πολλή προθυμία κάτω από το ρυθμό της μουσικής των αυλητρίδων, γιατί νόμιζαν ότι εκείνη η μέρα ήταν η αρχή της ελευθερίας για την Ελλάδα.


§§ 50-51, ΒΙΒΛΙΟ Β ́,  ΚΕΦ. ΙΙΙ
Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ ΚΑΙ Η ΑΥΘΑΙΡΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΡΙΤΙΑ

Μόλις (ο Θηραμένης) σταμάτησε (να αγορεύει), αφού είπε αυτά, και η βουλή έγινε φανερή ότι τον επιδοκίμασε, ο Κριτίας, επειδή κατάλαβε ότι (ο Θηραμένης) θα ξεφύγει, αν επιτρέψει στη βουλή να αποφασίζει με ψηφοφορία γι’ αυτόν, και επειδή θεώρησε ότι αυτό δεν θα ήταν υποφερτό, αφού πλησίασε και συζήτησε κάτι με τους Τριάκοντα, βγήκε έξω και διέταξε αυτούς που είχαν τα μαχαίρια να σταθούν φανερά (μπροστά) στη βουλή κοντά στο ξύλινο κιγκλίδωμα. Και αφού ξαναμπήκε (στη βουλή), είπε : << Εγώ, κύριοι βουλευτές, νομίζω πως είναι έργο ενός ηγέτη (τέτοιου) όπως πρέπει (να είναι ο ηγέτης), αν βλέπει πως οι φίλοι του εξαπατώνται, να μην (το) επιτρέπει. Και εγώ λοιπόν αυτό θα κάνω. Γιατί και αυτοί εδώ που έχουν σταθεί (μπροστά στο κιγκλίδωμα) λένε ότι δεν θα μας (το) επιτρέψουν, αν αθωώσουμε έναν άνδρα που βλάπτει φανερά την ολιγαρχία. Ορίζεται, βέβαια, στους νέους νόμους κανείς από αυτούς που ανήκουν στους τρεις χιλιάδες (πολίτες) να μη θανατώνεται χωρίς τη δική σας ψήφο, οι Τριάκοντα όμως να έχουν το δικαίωμα πάνω σ’ εκείνους που είναι έξω από τον κατάλογο να τους καταδικάζουν σε θάνατο. Εγώ, λοιπόν, είπε, εξαλείφω αυτόν εδώ το Θηραμένη από τον κατάλογο με τη σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και αυτόν, είπε, εμείς τον καταδικάζουμε σε θάνατο >>.


§§ 52-54  Η ΙΚΕΣΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ

Όταν άκουσε αυτά ο Θηραμένης, πήδησε πάνω στην εστία και είπε : << Εγώ, είπε, άντρες, υποβάλλω την πιο νόμιμη απ’ όλες τις παρακλήσεις, να μην είναι στην εξουσία του Κριτία να διαγράφει ούτε εμένα ούτε όποιον θέλει από εσάς, αλλά να κρινόμαστε και εσείς και εγώ σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, τον οποίο ακριβώς αυτοί σύνταξαν σχετικά μ’ αυτούς που περιλαμβάνονται στον κατάλογο. Μα τους θεούς >>, είπε, << δεν αγνοώ βέβαια και τούτο, ότι δηλαδή σε τίποτε δεν θα μου είναι χρήσιμος αυτός εδώ ο βωμός, αλλά θέλω να αποδείξω και τούτο, ότι δηλαδή αυτοί είναι όχι μόνο πολύ άδικοι προς τους ανθρώπους, αλλά και πολύ ασεβείς προς τους θεούς. Απορώ όμως μ’ εσάς, άντρες καλοί και ενάρετοι, είπε, εάν δεν θα βοηθήσετε τους ίδιους τους εαυτούς σας, και μάλιστα ενώ γνωρίζετε πως το δικό μου όνομα δεν σβήνεται καθόλου πιο εύκολα απ’ ότι το όνομα του καθενός από εσάς >>. Μετά απ’ αυτό ο κήρυκας των Τριάκοντα κάλεσε τους Έντεκα να συλλάβουν το Θηραμένη˙ και όταν εκείνοι μπήκαν μέσα μαζί με τους υπηρέτες, έχοντας επικεφαλής τους το Σάτυρο, που ήταν και θρασύτατος και αναιδέστατος, είπε ο Κριτίας : <<Σας παραδίνουμε >> είπε << αυτόν εδώ το Θηραμένη, που έχει καταδικαστεί σύμφωνα με το νόμο. Και εσείς (οι Έντεκα), αφού τον συλλάβετε και τον οδηγήσετε όπου πρέπει, να κάνετε τα περαιτέρω. 


§§ 55-56  Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΕΝΗ

Και μόλις (ο Κριτίας) είπε αυτά, τραβούσε αφενός (το Θηραμένη) από το βωμό ο Σάτυρος, τραβούσαν αφετέρου (και) οι υπηρέτες. Και ο Θηραμένης, όπως βέβαια ήταν φυσικό, επικαλούνταν και θεούς και ανθρώπους να βλέπουν αυτά που γίνονταν. Και οι βουλευτές παρέμεναν αδρανείς, γιατί έβλεπαν ότι και αυτοί που βρίσκονταν κοντά στο κιγκλίδωμα (ήταν) όμοιοι με το Σάτυρο και ότι ο χώρος μπροστά από το Βουλευτήριο (ήταν) γεμάτος από φρουρούς, και γιατί δεν αγνοούσαν ότι αυτοί παρευρίσκονταν έχοντας μαχαίρια. Και αυτοί (οι Έντεκα) έσυραν τον άντρα μέσα απ’ την αγορά, ενώ (αυτός) φανέρωνε με πολύ δυνατή φωνή τι πάθαινε. Λέγεται ακόμη ένας λόγος και αυτός δικός του. Όταν του είπε ο Σάτυρος ότι θα κλάψει πικρά, αν δεν σωπάσει, του απάντησε ρωτώντας : << Και αν σιωπώ >>, είπε, << δε θα κλάψω λοιπόν πικρά ; >>. Και όταν βέβαια ήπιε το κώνειο, γιατί αναγκαζόταν να πεθάνει, έλεγαν ότι αυτός, αφού έριξε κάτω σταγόνα σταγόνα όσο απέμεινε (στο ποτήρι), είπε : << Αυτό ας είναι για τον όμορφο Κριτία >>. Και δεν αγνοώ βέβαια τούτο, ότι δηλαδή αυτά δεν είναι αξιόλογα λόγια, θεωρώ όμως αξιοθαύμαστο εκείνο το στοιχείο του άντρα, το ότι δηλαδή δεν έλειψε από την ψυχή του ούτε η αυτοκυριαρχία ούτε η χαριτόλογη διάθεση, μολονότι ο θάνατος ήταν κοντά του.























Δεν υπάρχουν σχόλια: